μπακράτσι

μπακράτσι
το
μικρό χάλκινο σκεύος με χερούλι, για νερό ή γάλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. bakrac].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μπακράτσι — το ιού (λ. τουρκ.), μικρό χάλκινο αγγείο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”